freedoms trio
Losen Records, ήχος πέρα από ετικέτες

Review

Share this post:

March 28, 2016

Όταν γίνεται αναφορά στη νορβηγική σκηνή διαβάζουμε συχνά τον όρο mountain jazz, που έρχεται να περιγράψει το ανακάτεμα της τζαζ με τη φολκ στη μικρή αλλά πλούσια σε μουσική παραγωγή χώρα του βορρά. “Δεν ξέρω αν υπάρχει τέτοιο πράγμα” είχε πει στο allaboutjazz.com ο παραγωγός Odd Gjelsnes. “Νομίζω ότι είναι πιο πιθανό να το βρούμε στο παρελθόν όταν ο Terje Rypdal και ο Jan Garbarek εμφανίστηκαν στη σκηνή της τζαζ με τον δυνατό και ξεχωριστό τους ήχο. Μερικές φορές ο ήχος της ECM συγχέεται με τον νορβηγικό. Για ένα διάστημα μερικοί Δανοί κριτικοί έκαναν πλάκα βάζοντας την ετικέτα mountain jazz στην τζαζ της Νορβηγίας“. Για να καταλήξει “αν υπάρχει κάτι ξεχωριστό σε αυτόν τον ήχο είναι το γεγονός ότι οι Νορβηγοί μουσικοί καλύπτουν ολόκληρο το εύρος της τζαζ με επαγγελματικό τρόπο”.

Ανάλογα ευρεία είναι η μουσική γκάμα που επιχειρεί να καλύψει και η Losen Records, η εταιρεία που ίδρυσε ο Gjelsnes στο Όσλο πριν από πέντε και κάτι χρόνια. Μέσα σε αυτό το σύντομο σχετικά διάστημα έχει ήδη πάνω από πενήντα κυκλοφορίες, με πιο πρόσφατες τις ακόλουθες τρεις.

Ο τίτλος “District Six”, που έδωσε στο δεύτερο άλμπουμ του ο τριανταπεντάχρονος πιανίστας Andreas Loven, αναφέρεται σε μια πολυπολιτισμική περιοχή του Κέιπ Τάουν με πολύ δυνατή καλλιτεχνική κίνηση. Αυτό όμως κράτησε ως το 1966 που το άπαρτχάιντ την ανακήρυξε περιοχή για λευκούς, επέβαλε τη μετακίνηση των υπολοίπων κατοίκων και οι μπουλτόζες ανέλαβαν το γκρέμισμα του συνόλου σχεδόν των παλαιών κτηρίων.

Η σχέση του Loven με την περιοχή δεν είναι φιλολογική. Διέσχισε το σύνολο σχεδόν της διαδρομής βορρά-νότου, φτάνοντας στο Κέιπ Τάουν από το Όσλο για να σπουδάσει μουσική, έμαθε καλά την τοπική σκηνή και εκεί έκανε και τις δύο μέχρι σήμερα ηχογραφήσεις του με ντόπιους μουσικούς. Το γκρουπ του είναι ένα κλασικό κουαρτέτο, με τον ίδιο στο πιάνο, τον Buddy Wells στο σαξόφωνο, τη Romy Brauteseth στο κοντραμπάσο και τον Clement Benny στα τύμπανα.

Οι εννέα συνθέσεις του πιανίστα που απαρτίζουν το υλικό του CD είναι ως επί το πλείστον μπαλάντες με ευδιάκριτο παντού το νοτιοαφρικάνικο στοιχείο. Ακόμη όμως κι όταν το τέμπο επιταχύνεται και η ένταση ζωηρεύει (“Good News”, “Inside District Six”) αυτό που επικρατεί τελικά είναι το λεπτό άγγιγμα και οι ευαίσθητες μελωδίες που καθρεφτίζουν την ομορφιά της φύσης και κάνουν τις αισθήσεις να ηρεμούν, μεταφέροντας έναν τόνο αισιοδοξίας. Την αισιοδοξία ότι όπως λέει και ο Loven το πνεύμα του District Six είναι ακόμη ζωντανό.

Η πολυπολιτισμικότητα είναι ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει και το “Freedoms Trio” του δεξιοτέχνη της ακουστικής κιθάρας Steinar Aadnekvam. Γεννημένος το 1984 στο Μπέργκεν ο Aadnekvam, από μικρός άλλαζε κάθε τόσο τόπο κατοικίας, καθώς λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων η οικογένειά του μετακινούνταν ανά τις ευρωπαϊκές πόλεις. Μέσα στο ασταθές αυτό περιβάλλον έβρισκε μόνιμη συντροφιά στην κιθάρα του και ανέπτυξε νωρίς όχι μόνο εξαιρετική επιδεξιότητα στο όργανο αλλά και την ικανότητα να συνθέτει δικά του κομμάτια. Σπούδασε στο Βασιλικό Μουσικό Κολέγιο της Στοκχόλμης και μαθημένος όπως ήταν στις μετακινήσεις, έφυγε για τη Βομβάη για να σπουδάσει ινδική μουσική και κατέληξε στη Βραζιλία όπου έζησε κάμποσα χρόνια.

Επιστρέφοντας στην Ευρώπη γνωρίστηκε με τον ντράμερ από την Μοζαμβίκη Deodato Siquir και τον Βραζιλιάνο μπασίστα Rubem Farias και ηχογράφησαν πριν από λίγους μήνες αυτό το CD. Δυνατές προσωπικότητες και οι τρεις, ικανότατοι συνθέτες, βιρτουόζοι στο όργανό τους, με συνεχή τάση για περίτεχνες φράσεις και αυτοσχεδιασμούς, φτιάχνουν ένα δυνατό σύνολο δέκα κομματιών (συμβάλλουν όλοι συνθετικά) όπου επικρατούν οι υψηλές ταχύτητες και η λάτιν ρυθμολογία και φρασεολογία. Η συνεύρεσή τους φτάνει στο απώγειο σε κομμάτια όπως το “Vem Nao Vem” και το “Lamento”, όπου αναπτύσσουν υπερηχητικές ταχύτητες χωρίς να χάνουν τη μελωδικότητά τους, ενώ ο Farias επιδεικνύει την προχωρημένη τεχνική του να τραγουδά τις νότες όσο σολάρει. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον να υπάρξει συνέχεια αυτής της συνεργασίας.

Οι Rønnings Jazzmaskin είναι ένα αμιγώς σκανδιναβικό κουαρτέτο υπό τον Truls Rønnings, έναν έμπειρο ντράμερ από το Τρόντχαϊμ (πόλη γνώριμη στους ποδοσφαιρόφιλους από τη Ρόζενμποργκ) που κάνει το ντεμπούτο του ως ηγέτης στα 39. Οι Jazzmaskin συμπληρώνονται από τρεις νεαρούς αυτοσχεδιαστές: τον επίσης Νορβηγό Martin Myhre Olsen (άλτο και το σοπράνο σαξόφωνο) και τους Σουηδούς Petter Kraft (τενόρο σαξόφωνο) και Egil Kalman (κοντραμπάσο).

Η δομή του κουαρτέτου -front line με δύο σαξόφωνα και ελλειπτικό rhythm section- προϊδεάζει και για τον προσανατολισμό του. Πράγματι οι συνθέσεις, που όλες τους υπογράφονται από τους τρεις νεαρούς (με τη μερίδα του λέοντος να ανήκει στον Kraft) έχουν τη ροπή “να βγαίνουν προς τα έξω”. Χρησιμοποιώντας διάφορες ιδέες και τεχνικές -έναν συνδυασμό της θεωρίας περί συμμετρίας του Messian με την παιχνιδιάρικη ματιά του Monk στο “Monk vs. Messiaen”, ένα επαναλαμβανόμενο σχήμα του κοντραμπάσου με αφρικάνικο χρώμα στο “Dimi-Ya”, ένα μελωδικό και αρμονικό υπόβαθρο που παραπέμπει στην cool jazz στο “Vader”- οι δύο σαξοφωνίστες παίρνουν μόνιμα κατεύθυνση προς τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, έχοντας πάντα για υπόβαθρο το δυνατό σουινγκάρισμα από τον Kalman και τον Rønnings. Και κάθε φορά βρίσκουν όλοι τους τον τρόπο να είναι εφευρετικοί και ενδιαφέροντες.

www.losenrecords.no